Οι περισσότεροι διεθνείς αναλυτές της παρούσας κατάστασης, δηλώνουν δημοσίως και συνήθως απερίφραστα τις μεγάλες επιφυλάξεις τους απέναντι σε δημοσιονομικού τύπου μέτρα σαν αυτά που έχουν επιβληθεί στην ελληνική κοινωνία.
Ο τραυματισμός της ζήτησης και οι περιπέτειες του ΑΕΠ από παρόμοια μέτρα δεν προσεγγίζονται μόνο ως συστατικά στοιχεία του αντιαναπτυξιακού χαρακτήρα των αντίστοιχων πολιτικών επιλογών που καταλήγουν (αν όχι αποβλέπουν) στη μεταβολή πρώτα της Ελλάδας και στη συνέχεια άλλων ευρωπαϊκών κοινωνιών σε τριτοκοσμικές χώρες.
Οι προβληματισμοί των ειδικών σχετικά με τις συνθήκες εργασίας, τα σύνδρομα της ανασφάλειας των εργαζόμενων, τις αμφισβητήσεις της έννοιας του δημόσιου αγαθού, τις ιδιοκτησιακές απαιτήσεις των πολιτών, την ευημερία ή την ευτυχία τους, αναφέρονται με πολύ κριτικό τρόπο στα επίσημα δόγματα του άγριου καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς ή της αξίας της ανταγωνιστικότητας και του άκρατου ατομικισμού που κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες.
Όλες οι παραπάνω νεοφιλελεύθερες ιδέες αντιμετωπίζονται πλέον ως ξεπερασμένες ακόμα και από τους οικονομολόγους που γενικά δεν αμφισβητούν τις πολιτικές ορθότητες της καπιταλιστικής κοινωνίας. Βέβαια η αναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους αναδεικνύεται από πολλούς αναλυτές ως η μόνη βιώσιμη λύση των καταχρεωμένων κοινωνιών.
Ας υπενθυμίσουμε ότι προγράμματα «οικονομικής εξυγίανσης» του δημόσιου χρέους έχουν συχνά δοκιμαστεί, υπό την αιγίδα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε πολλές κοινωνίες του Τρίτου Κόσμου, ήδη από την πασίγνωστη κρίση του 1982.
Όλα είχαν τον ίδιο ακριβώς παρανομαστή: Οι πληθυσμοί οφείλουν να πληρώσουν το δημόσιο χρέος που προέκυψε από δάνεια από τα οποία τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα των καταχρεωμένων χωρών δεν είχαν συνήθως αποκομίσει παρά κάποια ψίχουλα συγκυριακής ευημερίας.
Όλα είχαν την ίδια ιδεολογική συγκάλυψη: Οι εγχώριοι λαοί και οι κοινωνίες «φταίγανε» διότι είχαν προσπαθήσει να ζήσουν με δανεικά, πάνω από τις αντικειμενικές παραγωγικές τους δυνατότητες.
Όλα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα: διεύρυνση της φτώχειας και επέκτασή της στα λίγο πολύ νεοσύστατα μεσαία στρώματα αυτών των κοινωνιών. Στο μέτρο που η παρούσα κρίση έχει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα, είναι χρήσιμο να θυμόμαστε πως κατά την περίοδο του οικονομικού κραχ του 1929, αναπτύχθηκε μια φιλελεύθερη επιχειρηματολογία σχετικά με την αντιμετώπιση των τότε δημοσιονομικών κρίσεων που έχει πολλά κοινά σημεία με τις σημερινές νεοφιλελεύθερες συνταγές.
Η Ελλάδα, με τα μέτρα λιτότητας που της επιβάλλονται, δεν κάνει παρά να επεκτείνει το φάσμα των κοινωνιών που στοχοποιούνται από τον φιλελευθερισμό στις κοινωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα αποτελεί ένα «πείραμα – πιλότο». Η κατάληξη αυτού του πειράματος μοιάζει προς το παρόν αβέβαιη. Το εύρος και ο δυναμισμός των κοινωνικών αντιδράσεων παραμένει σε όλα αυτά τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα ένας αστάθμητος παράγοντας. Οι πολιτικές συνέπειες των μέτρων απασχολούν ιδιαίτερα τους υπεύθυνους για τον «πειραματικό σχεδιασμό». Η επιλεκτική στοχοποίηση των μικρομεσαίων στρωμάτων (δημοσίων υπαλλήλων κλπ.) φαίνεται προτιμότερη από την κατά μέτωπο επίθεση στο σύνολο της κοινωνίας. Όπως και να έχει όμως είναι μάλλον σίγουρο ότι η κρίση θα αποσταθεροποιήσει πολλές από τις βεβαιότητες του εκσυγχρονισμού και της ευημερίας με τις οποίες είχε συνδεθεί η «ευρωπαϊκή πορεία» της χώρας.
Ο κ. Γιάννης Παπαμιχαήλ είναι Καθηγητής Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Οι προβληματισμοί των ειδικών σχετικά με τις συνθήκες εργασίας, τα σύνδρομα της ανασφάλειας των εργαζόμενων, τις αμφισβητήσεις της έννοιας του δημόσιου αγαθού, τις ιδιοκτησιακές απαιτήσεις των πολιτών, την ευημερία ή την ευτυχία τους, αναφέρονται με πολύ κριτικό τρόπο στα επίσημα δόγματα του άγριου καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς ή της αξίας της ανταγωνιστικότητας και του άκρατου ατομικισμού που κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες.
Όλες οι παραπάνω νεοφιλελεύθερες ιδέες αντιμετωπίζονται πλέον ως ξεπερασμένες ακόμα και από τους οικονομολόγους που γενικά δεν αμφισβητούν τις πολιτικές ορθότητες της καπιταλιστικής κοινωνίας. Βέβαια η αναδιαπραγμάτευση του δημόσιου χρέους αναδεικνύεται από πολλούς αναλυτές ως η μόνη βιώσιμη λύση των καταχρεωμένων κοινωνιών.
Ας υπενθυμίσουμε ότι προγράμματα «οικονομικής εξυγίανσης» του δημόσιου χρέους έχουν συχνά δοκιμαστεί, υπό την αιγίδα του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, σε πολλές κοινωνίες του Τρίτου Κόσμου, ήδη από την πασίγνωστη κρίση του 1982.
Όλα είχαν τον ίδιο ακριβώς παρανομαστή: Οι πληθυσμοί οφείλουν να πληρώσουν το δημόσιο χρέος που προέκυψε από δάνεια από τα οποία τα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα των καταχρεωμένων χωρών δεν είχαν συνήθως αποκομίσει παρά κάποια ψίχουλα συγκυριακής ευημερίας.
Όλα είχαν την ίδια ιδεολογική συγκάλυψη: Οι εγχώριοι λαοί και οι κοινωνίες «φταίγανε» διότι είχαν προσπαθήσει να ζήσουν με δανεικά, πάνω από τις αντικειμενικές παραγωγικές τους δυνατότητες.
Όλα είχαν το ίδιο αποτέλεσμα: διεύρυνση της φτώχειας και επέκτασή της στα λίγο πολύ νεοσύστατα μεσαία στρώματα αυτών των κοινωνιών. Στο μέτρο που η παρούσα κρίση έχει έναν υπερεθνικό χαρακτήρα, είναι χρήσιμο να θυμόμαστε πως κατά την περίοδο του οικονομικού κραχ του 1929, αναπτύχθηκε μια φιλελεύθερη επιχειρηματολογία σχετικά με την αντιμετώπιση των τότε δημοσιονομικών κρίσεων που έχει πολλά κοινά σημεία με τις σημερινές νεοφιλελεύθερες συνταγές.
Η Ελλάδα, με τα μέτρα λιτότητας που της επιβάλλονται, δεν κάνει παρά να επεκτείνει το φάσμα των κοινωνιών που στοχοποιούνται από τον φιλελευθερισμό στις κοινωνίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα αποτελεί ένα «πείραμα – πιλότο». Η κατάληξη αυτού του πειράματος μοιάζει προς το παρόν αβέβαιη. Το εύρος και ο δυναμισμός των κοινωνικών αντιδράσεων παραμένει σε όλα αυτά τα νεοφιλελεύθερα προγράμματα ένας αστάθμητος παράγοντας. Οι πολιτικές συνέπειες των μέτρων απασχολούν ιδιαίτερα τους υπεύθυνους για τον «πειραματικό σχεδιασμό». Η επιλεκτική στοχοποίηση των μικρομεσαίων στρωμάτων (δημοσίων υπαλλήλων κλπ.) φαίνεται προτιμότερη από την κατά μέτωπο επίθεση στο σύνολο της κοινωνίας. Όπως και να έχει όμως είναι μάλλον σίγουρο ότι η κρίση θα αποσταθεροποιήσει πολλές από τις βεβαιότητες του εκσυγχρονισμού και της ευημερίας με τις οποίες είχε συνδεθεί η «ευρωπαϊκή πορεία» της χώρας.
Ο κ. Γιάννης Παπαμιχαήλ είναι Καθηγητής Εκπαιδευτικής Ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου